Κυριακή 29 Δεκεμβρίου 2013

ΣΤΑ ΒΡΑΧΙΑ ΣΤΙΣ ΣΠΗΛΙΕΣ Της κ. ΝΙΚΗΣ ΠΕΡΔΙΚΑ Περ' απ' τη γελαστή αμμουδιά της Φανερωμένης, περ' απ' του παπά το χούμα, τ' Κωσταντή το βράχο, τ' αλόρθο πουρί το Πασαλάκι, τ' Αχίλλι και το Μέαλος, η βάρκα μας λάμνει γοργά - γοργά; Για να προλάβουμε, νάμαστε με την ανατολή του ηλίου στη Διάτρυπ' τη πρώτα κι' ύστερα στις άλλες παραμυθένιες σπηλιές, στα Βράχια με τους απάτητους γκρεμνούς της νοτιοανατολικής ακρογιαλιάς του νησιού. Το Νυφάκι και το Κουρφονέρι κρυμμένα πίσ' απ' τους βράχους στην ακροθαλασσιά ξεχύνουν το λιγοστό, μα λαγαρό και γλυκό νεράκι τους μια σπιθαμή πιο μέσα από την αρμύρα της θάλασσας, σχηματίζοντας μες στις λακούβες των βράχων κύπελλα και λουτήρες για τ' αγριοπερίστερα, που θα μαζευτούν σε λίγο, την ώρα της ανατολής, όπως και στο ηλιοβασίλεμα, να λουστούν και να ξαποστάσουν.Περαστικοί ταξιδιώτες πίνομε και μείς, γεμίζομε τους κρυολόγους μας και ξεκινάμε βιαστικοί για τη Διατρυπ'τή. Φτάνομε στο έμπασμά της τη στιγμή που οι πρώτες αχτίδες του ήλιου, ο δίσκος του δεν έχει ακόμα φανεί, ξεπετιούνται σα μακριά χρυσά πλεμάτια, τρυπώντας την άκρη της θάλασσας, κεί που σμίγει με τον ουρανό. Οι βραχένοι τοίχοι της, κρεμαστοί μέσα στα νερά, σταματάνε χωρίς να φτάνουν ως το βυθό. Μακριά μούσκλια, ρουμπινιά, μενεξελιά και πράσινα τους σκεπάζουν ολόκληρους και σαλεύουν στο κύμα, όμοια ξωτικής νεράϊδας τα μεταξένια πρωτόφαντα μαλλιά, χαρίζοντας στη διάφανη των νερών χαλανάδα ένα πρασινωπό και πορφυρό αντιφέγγισμα. Βαθιά πράσινοι, άλικοι και μενεξεδένιοι οι βράχοι της χαμηλά, όσο βρέχονται από τα νερά, γίνονται ψηλότερα, όσο στεγνώνουν, όλο πιο ξέθωροι. Μπουκέτα από γιούλια ολόμπλαβα και φλογισμένα γαρύφαλλα ανθίζουν και σβήνουν με την ίδια γρηγοράδα ανάμεσα στις απαλές αχνάδες τους στο κάθε ξαφνικό των κουπιών κυματοράντισμα. Απ' το αντικρυνό της σπηλιάς άνοιγμα, χαμηλά στη γραμμή του ορίζοντα φανερώνεται τώρα ο ήλιος. Μια τόση μικρή βυσσινιά φλογίτσα στην αρχή, μεγαλώνει, γίνεται μια βάρκα ολόχρυση πρώτα κι' αρμενίζει πάνω στα κύματα, κι' ύστερα στρογγυλεύει και πυρωμένη ασπίδα χρυσοκόκκινη φράζει με τη στρογγυλάδα του όλο το άνοιγμα της σπηλιάς. Οι αχτίδες του περνώντας μέσ' απ' το στενό άνοιγμα σπάζουν και διασκορπίζονται στους βράχους και στα νερά, ανάβοντας πυρκαϊές αναπάντεχες, στολίζοντας τις πιο σκοτεινές γωνιές με το φλογερό σπιθοβόλημα τους, κάνοντας την σπηλιά ν' αστραποβολά ολόκληρη, δείχνοντας τις σταξιές του νερού, ρουμπίνια και τοπάζια κι' αμέθυστους αξετίμητους και τις ρωγίτσες απ' τα μούσκλια , τσαμπιά ολόφλογο άλικο κοράλλι. Το πέτρινο κάτεργο, ο βράχος με το παράξενο σχήμα, φαίνεται μπροστά μας, καθώς βγαίνομε απ' τη σπηλιά, ν' αρμενίζει πάνω στα κύματα μ' όλα τα πανιά ανοιγμένα σε μάταιο κι' ατελείωτο ταξίδι, χωρίς να ξεκολλά από τον τόπο του και χωρίς να φτάνει ποτέ πουθενά, έτσι όπως τον καταράστηκε ο Άης - Γιώργης, σύμφωνα με την παράδοση. Φτάνομε σε λίγο στη σπηλιά του Πεντεκάλη τη μεγαλύτερη και μια από τις ωραιότερες σπηλιές του νησιού. Νερά σταλάζουν απ' το θόλο της και μικροί σταλαχτήτες, σα λουλούδια και ρόδσκες παράξενοι, τη στολίζουν. Σταλαγμίτες, σά μαύρα φίδια τριγυρίζουν κάτω τις γούρνες με το δροσερό γλυκό νεράκι και ξεχωρίζουν πάνω στους πολύχρωμους βράχους της. Και στο βάθος ψηλά, κεί που δε φτάνει το κύμα, πολυτρίχια και μυρτιές ανθισμένες κι' αγριοβασιλικοί φυτρώνουν, όμοια πελώρια ολοπράσινα φουντωτά μπουκέτα πάνω στο βράχο. Στεκόμαστε και ξαποσταίνομε και δροσιζόμαστε για λίγο, για ν' αρχίσουμε ξεκούραστοι το πιο θεαματικό μα και το πιο επικίνδυνο μέρος του ταξιδιού μας. Βράχοι κατακόρυφοι, απάτητοι σε πόδι ανθρώπου, κάθετοι στη θάλασσα ψηλοί πάνω από εκατό μέτρα, σκαμμένοι, φαγωμένοι μόνο χαμηλά απ' το κύμα, όπως έρχεται περα απ' της Μ. Ασίας τα παράλια ανεμπόδιστο, χωρίς τίποτα να το σταματά στην ορμή του, κλείνουν αλήθεια σαν τείχος γιγαντένιο το νησί, απροσπέλαστο απ' τη μεριά αυτή σε αφτέρουγα πλάσματα. Σπηλιές μικρούλες, μεγάλες, μεγαλύτερες που μπαίνομε με τη βάρκα μας φανερώνουν η μια πίσω απ' την άλλη τα απίστευτα μύρια χρώματα και την ερημική ομορφιά τους. Μπαίνουμε στη σπηλιά του Ησαϊα με τους γυαλιστερούς σαν ασημένιους σταλαχτίτες της και τους τριανταφυλλένιους βράχους. Περνάμε τις σπηλιές του Κυπαρίσση, του Μαριορού, του Λαουδέρη, βλέπομε το Καλαμίσι και τον Αλόρθε λίθο, μαύρο κι' άγριο σε σχήμα ανθρώπου, να ορθώνεται ψηλά στο γκρεμό, γίγαντας ολομόναχος, σαν κανένα απ' τα δρουϊδικά μενίρ ή τις ανθρωπόμορφες στήλες - αγάλματα του νησιού του Πάσχα. Καβαντζάρομε το Χονδρό Κάβο, το φόβο και τον τρόμο των ναυτικών, που προχωρά ψηλός, πάνω από διακόσια μέτρα, ορθοκατέβατος μέσα στη θάλασσα και σκορπά το θάνατο μ' όλους τους καιρούς, σ' όσα πλεούμενα ζυγώνουν αστόχαστα στη θανατερή γειτονιά του!Ύστερα από έξη ώρες συνολικό ταξίδι με τη βάρκα, φτάνομε τέλος στις τρείς σπηλιές του Λιμνιωνάρη, τις ωραιότερες του νησιού, τελικό σκοπό της σημερινής εκδρομής μας. Η πρώτη που συναντούμε, τεράστια, θυμίζει με το σχήμα και το χρώμα της την περίφημη Gritta Azzurra του Κάπρι. Γερανιά σπηλιά τη λένε και εδώ οι νησιώτες . Όλα είναι γαλάζια κεί μέσα. Οι βράχοι ο θόλος, τα νερά! Απ' το σκούρο γερανιό, σχεδόν μαύρο, που μεριές - μεριές παίρνει κάτι αποχρώσεις ατσαλένιες σταχτογάλαζες στου ήλιου το αντιφέγγισμα.Μπαίνουμε με τη βάρκα και κάνουμε, το γύρο της. Μέρος για να βγούμε δεν έχει πουθενά. Όσο προχωρούμε, τα χρώματα αλλάζουν και μας τη δείχνουν διαφορετική, όλο πιο όμορφη. Σωστό παλάτι για Νεράϊδες και Τρίτωνες, που περιμένουμε ώρα την ώρα να ξεφανερωθούνε ξαφνικά και να μας συντροφέψουν στο ταξίδι μας!Αθόρυβα γλιστρά η βάρκα πάλι έξω στην ανοιχτή θάλασσα, χωρίς κανένας μας να τολμήσει να διακόψει τη ζωντανή σιωπή, που εκεί μέσα αιώνια βασιλεύει!Οι δύο τελευταίες σπηλιές, σκαμμένες πλάϊ - πλάϊ στο βράχο, συγκοινωνούν απ' το μέρος της θάλασσας μ'ένα στρωτό και πολύ γλιστερό μονοπάτι. Η τελευταία, η μικρότερη, γαλάζια, καταγάλανη, παρουσιάζει την ίδια χρωματική αρμονία με τη μεγάλη Γεράνια σπηλιά. Σταλαχτίτες πολύχρωμοι μικροί και μεγάλοι, στολίζουν πυκνοί το θόλο της πρώτης, της μεγαλύτερης κι' αστράφτουν σαν ασημένοι, όμοιοι με λουλούδια και πουλιά με τις φτερούγες μαρμαρωμένες, ακίνητες, που ποτέ δε θα πετάξουν, να χαρούν το γαλάζιο του ουρανού, ανοιγμένες, άχρηστες, καρφωμένες αιώνια πάνω στο βράχο από μιας κακιάς νεράϊδας την εκδίκηση. Κι' άλλοι σαν κορδέλες και ξωτικά λεπτουργήματα βγαλμένα απ' των αόρατων στοιχειών τα' αϋλαχέρια!.....Χιλιοφαγωμένοι, χιλιοτρυπημένοι απ' το κύμα οι βράχοι της χωρίς την παραμικρότερη βλάστηση, αγκαθωτοί και κοφτεροί , μοιάζουν σα γαμψά νύχια, που αγκυλώνουν και ξεσκίζουν όσους ακουμπήσουν απάνω τους . Τα γκρίφια όπως τους λένε πολύ παραστατικά, έχουν την ονομασία τους ίσως από το αρχαίον αγρίφη ή το Γαλλικό griffe. Μια φυσική βραχένια σκάλα μας βγάζει πρώτα σ' ένα πλατύχρωμο επίπεδο εξώστη πάνω απ' τα κύματα. Παραπάνω άλλη πλατωσιά κι' ακόμα ψηλότερα τρίτη, φαντάζουν σαν τρία πατώματα της σπηλιάς, στρωμένα με τους γυαλιστερούς, ασημένιους, σταχτοπράσινους κι αλλού τριανταφυλλένιους βράχους. Η κότσ'νη σπ'λιά, το παλάτι του βασιλιά, όπως τη λένε, φαντάζει αληθινά σαν παραμυθένιο παλάτι στα θαμπωμένα μάτια μας, με τα ζωτικά χρώματα, τους σταλαχτίτες και τα νερά που σταλάζουν από παντού και μας δροσίζουν στη μεσημεριάτικη φλόγα.Ένα πετραδάκι που πέφτει, το πιο σιγανό μουρμούρισμα, η σταλαγματιά το νερό που στάζει απ' το θόλο, κάθε ήχος κι' ο μικρότερος πολλαπλασιάζεται δώ μέσα σ' ατέλειωτα και παράξενα βουητά απ' τον αντίλαλο και γυρίζει πίσω φοβερός κι' αγνώριστος. Και συλλογιόμαστε, σαν τι άγριο κι' ανέγνωρο στ' ανθρώπινα αυτιά άκουσμα θ' αγροικιέται τάχα σαν οι μύριες της τρικυμίας φωνές ξαπολύσουν τα μανιασμένα ουρλιαχτά τους κάτω απ' τους τόσο ήρεμους, για την ώρα, θόλους της!Η ατάραχη γαλήνη, που βασιλεύει ως τόσο σήμερα γύρω μας, μας αφήνει ανεμπόδιστα, να κάνουμε το μπάνιο μας, στα διάφανα ολογάλανα νερά. Κι' αφού φάμε κι' ησυχάσουμε λίγο, να πάρουμε ξεκούραστοι, με τους πρώτους ίσκιους του δειλινού, τη βάρκα και να γυρίσουμε σιγά - σιγά στην παραλία των Μαγαζιών.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου