Τρίτη 11 Φεβρουαρίου 2014

Κρίνος εν μέσω ακανθών στην ακροθαλασσιά........Ardalion............."Ολόλευκο, μοναχικό, σε μια παραλία που θύμιζε φαρ ουέστ, εάν την έβλεπες από τη μεριά της θάλασσας.

Η παραλία στο Παλαμάρι, όπου φύεται το παράλιο κρινάκι στη μέση του καλοκαιριού.

Το συνάντησα στο περπάτημα στο Παλαμάρι, δίπλα στον αρχαιολογικό χώρο του προϊστορικού οικισμού, λίγο πιο πάνω από εκεί που έσκαγε το κύμα. Σαν ένα ζωντανό εύρημα ενός αρχαίου κήπου. Διαβάζω ότι τα σποράκια του, μαύρα σαν κάρβουνα, επιπλέουν στο κύμα και μεταφέρονται σε άλλες ακτές της Μεσογείου. Αξίζει να το προσέξουν οι Σκυριανοί και να το προστατέψουν από την επέλαση των τουριστών.

Περπατώντας στην ακτή, πλάι στον αρχαιολογικό χώρο στο Παλαμάρι της Σκύρου με αιφνιδίασε η μοναχικότητα του κρίνου που κάνει παρέα με τη σκιά του.

Η επίσημη ονομασία του είναι Pancratium maritimum. Μάλιστα, δεν αποκλείεται να είναι το βολβώδες φυτό που αναφέρει ο Διοσκορίδης ως παγκράτιον για το οποίο δίνει μια περιγραφή που μοιάζει με τον κρίνο μας, και στη συνέχεια δίνει και θεραπευτικές οδηγίες για τη χρήση του.

Παγκράτιον (οἱ δὲ καὶ τοῦτο σκίλλαν καλοῦσι)· ῥίζα ἐστὶ βολβῷ μεγάλῳ ὁμοία, ὑπόπυρρος, πικρά, πυρώδης πρὸς τὴν γεῦσιν, φύλλα δὲ κρίνῳ ὅμοια ἔχουσα, μακρότερα δέ. (Περὶ ὕλης ἱατρικῆς, 2, 172)
Πραγματικά, μέσα στον ζεστό Αύγουστο να προβἀλει από τη στεγνή άμμο το κρινάκι αυτό δείχνει να είναι δημιουργημένο να αντέχει στις δύσκολες συνθήκες, και να είναι πολύ δυνατὀ. Ο κρίνος της άμμου είναι ένα μοναδικό δώρο στον περπατάτη του γιαλού.".............................................................

Σάββατο 8 Φεβρουαρίου 2014

Γιάννης Τσαρούχης
Ο Δροσίνης, η Σκύρος και οι Σκυριανοί
Παρουσίαση ΛΟΥΛΑ Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ

Φτάνοντας στη Λιναριά με το «Λυκομήδη», το καλοτάξιδο και άνετο Σκυριανό κα­ράβι και αντικρίζοντας τη φιλόξενη αγκαλιά της, αναπολεί κανένας, πώς έχει μαζί του, τον ποιητή «Γεώργιο Δροσίνη» που έφτασε εκεί, για πρώτη φορά τον Αύγουστο του 1924, μαζί με τον διαπρεπή αρχαιολόγο Σωτηριάδη. Έτσι λοιπόν περιγράφει στα βιογραφικά «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου», την πρώτη εντύπωση από την άφιξη του στο νησί:
«... Το βαπόρι έκοψε τον ατμό του, η πλώρη γύρισε τόσο τόσο απότομα, που η δε­ξιά ανασηκωμένη σκάλα κόντεψε να σκοντά­ψει στη στεριά κι αντικρύσαμε, σα φωλια­σμένους γλάρους ολόγυρα στη δοξαρωτή α­κρογιαλιά τα κάτασπρα σπιτάκια τηςΛιναριάς...». Και συνεχίζει ήταν σκεπασμένα με άσπρα, κοκκινοκέντητα τραπεζομάντηλα. Στη μέση, μια μεγάλη γλάστρα με φουντωτό βασιλικό και κοντά της ο κρυολόγος, ένα σταμνάκι με νερό. Και τα σκεπάσματα των τραπεζιών κεντημένα και στη γλάστρα και στο σταμνί, άσπρα, ζωγραφιστά τα Σκυριανά σύμβολα, πλάσματα του θαλασσι­νού και του στεριανού κόσμου. Τι χαρά στα μάτια, το πρώτο αυτό αντίκρυσμα της Σκυριανής Τέχνης, αυτόβλαστης στην Πατρί­δα της...».
Η νοικοκυρά του ξενοδοχείου πολύ συμπαθητική και γλυκομίλητη γυναίκα... «Αξέχαστη η κατοπινή παπαδιά, η ευγενέ­στατη Σοφία Αντωνοπούλου».
«Ο δάσκαλος της Λιναριάς, πρόθυμος κι ακούραστος...» Πρόκειται βέβαια για τον παπα-Αντωνόπουλο, που για πολλά χρόνια υπηρέτησε τη Λιναριά ως Δάσκαλος και ως Ιερέας. Εμπνευσμένα από τη Λιναριά είναι και τα ποιήματα του Δροσίνη «Βραδινές ώ­ρες» και «Δίχως γηρατειά» στη συλλογή «Φευγάτα Χελιδόνια» (Έκδοσης Σιδέρη 1935) καθώς και το παρακάτω τετράστιχα, γραμμένο για το Φάρο της Λιναριάς, που βρίσκεται ψηλά, κοντά στην εκκλησία του Αη-Νικόλα και στο μικρό Κοιμητήριο:
«Καίει το ψηλό φανάρι ολόνυχτα
Στο κυματόδαρτο ακρωτήρι.
Διπλοφωτίζει το ακρολίμανο
Και των ναυτών το κοιμητήρι».

Τα άλλα ποιήματα είναι τα εξής:

Βραδινές ώρες
Ω καλοθύμητες ώρες!
Πριν αναφτούν στα σπίτια τα λυχνάρια.
Δένονται στο μουράγιο, σα μουλάρια.
βαριές απ’ τα βρεμένα δίχτυα οι πλώρες.

Κι ανάμεσα από ξάρτια και κατάρτια
ψαράδων αδελφές, γυναίκες, κόρες
φέρνουν στην κεφαλή, σαν ανθοφόρες,
τα καροκόφιναγεμάτια ψάρια.

Στου τηλεγράφου κελαϊδούν τα τέλια
δυο χελιδόνια. οι πάπιες σκουν στα
γέλια,
μια χήνα τα λευκά φτερά της λούζει.

κι η θάλασσα που τη χαϊδεύει ο μπάτης,
κυλώντας απαλά τα κύματα της
μοσχοβολά σα νιόκοπο καρπούζι.

Όσο για το πρόσωπο που ενέπνευσε το δεύτερο σκυριανό του ποίημα, γράφει ο Δροσίνης, πως πρόκειται για κάποιον γέρο ψαρά, τον μπάρμπα-Δημήτρη, που τον ζωγράφισε ο εξαίρετος ζωγράφος Μπισκίνης. Μαζί με το ζεύγος Μπισκίνη ο ποιητής πέ­ρασε μερικές ημέρες του Αυγούστου του 1927 στη Σκύρο και το πορτραίτο εκείνο που είχε πάντα στο δωμάτιο του, στο σπίτι τον στην Κηφισιά, δώρο του ζωγράφου σ’ αυτόν, γιατί πολύ του άρεσε. Αντίγραφό του όμως καμωμένο από τη σύζυγο τουΜπισκί­νη, που ήταν κι αυτή ζωγράφος, χαρίστηκε τότε στην κόρη του Μπάρμπα Δημήτρη. Υπάρχει τάχα πουθενά;
Το δεύτερο ποίημα του Δροσίνη είναι αυτό:

Δίχως γερατειά                                             
1.    Εβδομήντα χρόνια
       δίχως γερατειά.                                          
       στα μαλιά του χιόνια
       Στην καρδιά φωτιά!....

2.   Όταν δεν ψαρεύει    
      Κυριακή, γιορτή    
      Στην ταβέρνα ρένει
      τάβλι και χαρτί.    

3.    Με το κέρνα -κέρνα.                                  
       δος του και πιοτά                                       
       βγαίνει απ' την ταβέρνα                              
       και παραπατά.

4.    Σύθαμπα γυρίζει                                          
       ξένες γειτονιές
       και καλησπερίζει
       μοναχά τις νιές.

5.    Κόκκινο λουλούδι
       στο δεξί του αυτί
       κι όλο ένα τραγούδι
       του ξενιτευτή.
6.    «Έρχομαι για λίγο
       νιος ξενιτευτής
       κι αν δεν θες να φύγω
       να με παντρευτείς.

7.   «Έβγα βράδυ-βράδυ
      Στάσου στη γωνιά
      κι άμα βρώ σημάδι
      στέλνω προξενιά».

8.   Αργοπερπατάρης
      στέκει που και που
      - «Ξέρα! - θα τρακάρεις!
      - Άραξε, παππού!»

9.    Βρίσκει λίγη φτέρη
       και κοιμάται εκεί.
       Την αυγή ξεφτέρι,
       πάει στην ψαρική.

10.  Εβδομήντα χρόνια,
       δίχως γερατιά.
       Στα μαλλιά του χιόνια
       Στην καρδιά φωτιά!

Η   Λιναριά  ήταν   ιδιαίτερα  προσφιλής στον Δροσίνη και ήταν γι’ αυτόν το στέκι του όλα τα σκυριανά του καλοκαίρια. Γιατί ο Δροσίνης επισκέφθηκε τη Σκύρο τρεις ή τέσσερις, φορές, μέσα στη δεκατία του 1920.
Όμως και για τη «χώρα» όπως την ονο­μάζει και για την εξοχή της Σκύρου νιώθει θαυμασμό και επηρεάζεται από τη γοητεία της. Στο πρώτο λοιπόν ανέβασμα του στη «Χώρα», από τον παλιό δρόμο του «Αντω­νίου», με την «καημένη, καλοπερπάτητηΜαρού» το ήμερο μουλάρι, που του διέθεσαν, αποκαλύπτεται σ’ αυτόν, η μυθική και μυστική μαγεία της Σκύρου, με τον έμψυχο και άψυχο κόσμο της, και την ιδιαιτερότητα της ομορφιάς της, που εισδύει αδιόρατα και κατακτά την ευαίσθητη ψυχή του ποιητή. Δι­καιολογεί τότε την προσωνυμία, που ο θαμ­μένος στα χώματα του νησιού μας νεαρός Άγγλος συνάδελφος του. ο Ρούπερτ Μπρουκ της είχε αποδώσει, λίγο πριν το θάνατο του, ονομάζοντάς την «Το νησί των μύθων». Αγάλλεται από το νησί με την ποι­κιλία και τη χάρη της βλάστησης. Θαυμάζει τους όμορφους, ασπροφορεμένους έφηβους βοσκούς που συναντά, στηριγμένους σαν σε σκήπτρα, στα μακριά στραβοράβδια τους, με τα σκυλιά τους, ως παλιάς Σκυριανής ρά­τσας πλάι τους, που μοιάζουν λες, να έχουν αναστηθεί και ζωντανέψει από κάποια αρ­χαία, αθηναϊκά επιτύμβια ανάγλυφα: «Αυτοί μπορούσαν να είναι και στον καιρό του Λυκομήδη...» λέει στο φίλο του, τον Σωτηριάδη, που μαζί ανέβαιναν στη Σκύρο.
Ένα κοπάδι Σκυριανά αλογάκια, που έ­τρεχαν ελεύθερα, παιχνιδιάρικα στη «φαράγ­για», τον κάνει ν’ αναφωνήσει:
«Τέτοια αλογάκια θα είχαν οι κόρες του Λυκομήδη. Φαντάσου τον Αχιλλέα, κοριτσί­στικα ντυμένον, καβάλα σ' ένα Σκυριανό α­λογάκι...».
Ωστόσο, ο Σκυριανός. που τον εντυπω­σίασε ιδιαίτερα, ήταν ο τότε Διευθυντής Δημοτικού Σχολείου της Σκύρου (ποιος άλ­λος θα μπορούσε να ήτανε), ο αλησμόνητος δάσκαλος, «ο Παπαμανώλης» γράφει λοιπόν γι' αυτόν.
«Μόλις είχα πλύνει τα χέρια μου και κα­τέβηκα να καθίσω με τον σύντροφο μου, που διάβαζε του Παπαγεωργίου το πολύτιμο βι­βλίο για τη Σκύρο, φάνηκε ένας καβαλάρης, που έρχονταν προς εμάς. Πέζεψε και μας χαιρέτισε, σφίγγοντας τα χέρια μας: ήταν ο Διευθυντής του ΔημοτΣχολ. της Σκύρου.
Ήρθε επίτηδες; να μας καλέσει επάνω στο σπίτι του, για όσες μέρες θέλουμε να μείνουμε, με την ολόκαρδη, νησιώτικη προ­θυμία και φιλοξενία. Συμφωνήσαμε να πάμε για τη γιορτή του Σωτήρος, μετά δυο μέρες, από το βράδυ της παραμονής...». Συνεχίζει με ενθουσιασμό, την περιγραφή της διαδρο­μής, που αποσπάσματα της αναφέρουμε πιο πάνω και σαν φτάνουν, μιλάει πάλι για το δάσκαλο, που θα τους φιλοξενούσε:
«Φτάσαμε σύθαμπα στα πρώτα σπίτια και στα καφενεία της Χώρας, που μα περί­μενε ο διευθυντής του Σχολείου... Πεζοί πή­γαμε το μακρύ -δρόμο για το σπίτι, που θα μας φιλοξενούσε. Παλιό, αλλά ξανακαινουργιωμένο ήταν κοντά στο Κάστρο και είχε από κάτω το Γιαλό, την πιο κοντινή α­κρογιαλιά προς την ανοιχτή θάλασσα, που θα ήταν βέβαια αντί της Λιναριάς, η κα­θαυτό σκάλα της Σκύρου, αν είχε λιμάνι. Από τα παράθυρα του φιλόξενου σπιτιού το μάτι έφτανε ως τα πέρατα του Αιγαίου, σε­ληνόφωτα την ώρα εκείνη...
Όταν μείναμε μόνοι πάλι με τον νοικο­κύρη, τον γνωρίσαμε καλύτερα και σιγά σιγά μας φανερώθηκε όχι ένας στενοκέφαλος δάσκαλος με περιορισμένο νου. Αλλ’ άνθρωπος με γενικές γνώσεις και πολύ σωστές κρίσεις σε κάθε ζήτημα...» συνεχίζει περιγράφοντας με λεπτομέρεια το φιλόξενο σπίτι του Παπαμανώλη και την περιποίηση που τους πρό­σφεραν.
Κι ακόμα περιγράφει γοητευμένος τη νυχτερινή σεληνοφώτιστη εικόνα της θάλασ­σας, όπως την αντίκρισε από το παράθυρο, αργά τη νύχτα, όταν σηκώθηκε από το κρε­βάτι του.
«Ήμουν ξυπνητός ή κοιμισμένος: Ήτανε αλήθεια ή όνειρο;»
Τα σύνορα του χρόνου είχαν καταλυθεί, τωρινά και περασμένα έσμιγαν και γίνονταν ένα. Η θάλασσα εκείνη ήταν η ίδια. που κυματόβρεχε και το βασίλειο του Λυκομήδη. Το Κάστρο από πάνω μου. με το μαύρο ί­σκιο του. ήταν η Ακρόπολη και το Παλάτι του. Μια τέτοια νύχτα θα την οδήγησαν τα δελφίνια στο Σκυριανό ακρογιάλι τη Θέτιδα μ' ένα ωραίο αγόρι στην αγκαλιά, το μονα­χογιό της τον Αχιλλέα. Τον έφερνε εκεί, για να τον γλυτώσει από την καταδίκη της μοί­ρας, για να τον κρύψει μαζί με τις κόρες του Λυκομήδη.

Για που δελφίνια: - Φέρνουμε στο Σκυριανό
ακρογιάλι
τη δόξα και τον έρωτα σε μιας Θεάς αγκάλη.

Και της φαντασίας το πλάσμα αλήθευε. Νάτα τα δελφίνια, που φέρνουν τη θεά! Πέ­ρα απ' το ανοιχτό πέλαγος, κάτι γοργό πλε­ούμενο έρχονταν μεσ’ στο σεληνόφωτο αστράφτοντας προς την ακρογιαλιά. Πού να πιστέψουν τα μάτια μου, πως, δεν θα ήταν τίποτε άλλο. παρά η μεγάλη ψαρόβαρκα του γρίπου, με τα δώδεκα κουπιά...».
Ένα ολόκληρο κεφάλαιο, τριάντα σελί­δες του πρώτου τόμου από τα απομνημονευτικά «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου» α­φιερώνει ο Δροσίνης στο «νησί των μύθων». στη Σκύρο. όπως την είχε βαφτίσει ο Μπρουκ.
Τελειώνοντας το κεφάλαιο αυτό. χαιρετά τη Σκύρο με το στίχο ενός άλλου μεγάλου ποιητή, που την τραγούδησε κι αυτός με πολλή αγάπη, του Ελληνογάλλου Αντρέα Σ ε ν ι έ.
«Saint Belle Scirosdeux fois mospitaliers», μεταφρασμένο από τον ίδιο: Διπλά με καλο­δέχτηκε, ωραία Σκύρος Χαίρε».
ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΚΥΡΙΑΖΗ ΜΠΟΥΡΝΕΛΟΥ

Το σχετικό κείμενο με ιδιόχειρη γραφή, έλαβα από την ευγενική φίλη, λογοτέχνιδα κ. Αγγελική Κυριαζή-Μπουρνέλου, από την Κάρυστο τον Οκτώβριο του 1993, αφού είχε διαβάσει στα «Σκόρπια φύλλα της ζωής μου», όσα γράφει για τη Σκύρο ένοιωσε βαθιά συγκίνηση από την αγάπη της για τον τόπο μας. Με την ευκαιρία των τρίτομων ποιημάτων από τον Εκδότη προς διάδοση ω­φελίμων βιβλίων, αυτές οι συμπληρωματικές λεπτομερείς περιγραφές, αξίζει τον κόπο να διαβαστούν·.
Παρουσίαση : ΛΟΥΛΑΣ Δ. ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΙΔΟΥ
Tραγούδι από την Σκύρο. Το κατέγραψε η Δόμνα Σαμίου στη Σκύρο από τον Αλέκο Τραχανά, το 1972.

Περιλαμβάνεται στο CD «Η Δόμνα Σαμίου στο Μέγαρο Μουσικής» (1998). http://www.domnasamiou.gr/?i=portal.e... 


Η νύχτα ώρες δεκατρείς, μόνο τις τρεις κοιμούμαι,
τις άλλες τις υπόλοιπες εσένα συλλογούμαι. Νύχτα 'ναι και ξημερώνει κι η αυγή τα φανερώνει.

Νύχτα ποια είν' η πίκρα σου και φόρεσες τα μαύρα,
αν έχεις βάσανα και συ κι έχ' η καρδιά σου λαύρα. Της καρδιάς μου τα σεκλέτια συ τα ξέρεις κι έλα πες τα.http://www.youtube.com/watch?v=4LbOusurIfE
http://www.youtube.com/watch?v=FhQoj8KyhX8...

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΑΠΟΚΡΕΩ ΣΚΥΡΟΣ

Μουσείο Μάνου και Αναστασίας Φαλτάϊτς(απο αναρτηση του Δημου Σκυρου)

Το Μουσείο Μάνου Φαλτάϊτς, ιδρύθηκε το 1964 από το Μάνο Φαλτάϊτς και είναι ένα από τα πρώτα τοπικά ιστορικά και λαογραφικά μουσεία της Ελλάδας.

Είναι ένας χώρος που ακτινοβολεί το μεγαλείο της Σκύρου και της Ελλάδας, που στεγάζει μεγάλο αριθμό αντικειμένων του πολιτισμού και της παραδοσιακής τέχνης της Σκύρου κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, αλλά και της Ελλάδας γενικότερα.
Το μουσείο πέρα από το κυρίως συγκρότημα του αρχοντικού, αποτελείται από ένα σύνολο αιθουσών και συμπληρωματικών χώρων διάσπαρτων μέσα στο άλσος του Παληόπυργου. Στο χώρο του άλσους βρίσκεται το πέτρινο υπαίθριο θέατρο του μουσείου, στο οποίο πραγματοποιούνται πολιτιστικές εκδηλώσεις, συναυλίες, θεατρικές παραστάσεις και φεστιβάλ, του μουσείου αλλά και τοπικών φορέων, συμπληρώνοντας την πολιτιστική δραστηριότητα και προσφορά του μουσείου.

Σκυριανός Πολιτισμός & Παραδοσιακή Τέχνη

Στις αίθουσες του μουσείου εκτίθενται μεγάλες συλλογές με αντικείμενα του πολιτισμού και της παραδοσιακής τέχνης της Σκύρου, κεραμικά, πορσελάνες, κεντήματα, υφαντά, ξυλόγλυπτα έπιπλα και σκεύη, είδη καθημερινής χρήσης και διακοσμητικά, αλλά και θρησκευτικά κειμήλια, άμφια και αυθεντικές παραδοσιακές φορεσιές.

Η καθημερινή ζωή των Σκυριανών αναπαριστάται σε ειδικό χώρο, “Το Σκυριανό Σπίτι” με το σφα, τον αποκρέβατε, τον μπουλμέ, τα ράφια τον πάγκο και τον σταμνοστάτη.

Εκτός από τα αντικείμενα λαογραφικού ενδιαφέροντος και καθημερινής χρήσης, εκτίθεται μεγάλη συλλογή από ιστορικά έγγραφα που αφορούν την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, με πιο σημαντικά την Προκήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης, όπως γράφτηκε από τους πρωτεργάτες της Φιλικής Εταιρίας και την Αποκήρυξη της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, που υπογράφηκε από τον Πατριάρχη Γρηγόριο Ε’ και τους Συνοδικούς.

Επίσης σε ειδικό χώρο του μουσείου, εκτίθεται μεγάλη συλλογή παλαιών και σπάνιων βιβλίων, που εκδόθηκαν σε διάφορες πόλεις της Ευρώπης από Έλληνες λόγιους.

Ιδιαίτερο χώρο χώρο επίσης καταλαμβάνουν και τα πρωτότυπα έργα, αρχεία και εκδόσεις του Κωνσταντίνου Φαλτάϊτς, λόγιου και μύστη της εποχής του, η πλούσια συλλογή των γλυπτών Γεωργίου και Λουκίας Γεωργαντή και η Πινακοθήκη του Μάνου Φαλτάϊτς, στην οποία παρουσιάζονται έργα ζωγραφικής του, τα οποία έχουν ως κύρι χαρακτηριστικό τους την ψυχορατική τους διάσταση.

Στο χώρο του μουσείου, λειτουργεί πωλητήριο με δημιουργίες του καλλιτεχνικού του εργαστηρίου, όπως σταμπωτά, έργα ζωγραφικής, κεραμικά, εκδόσεις της Βιγλατορίας του Παληόπυργου και κάποια βιολογικά προϊόντα.

Για περισσότερες πληροφορίες μπορείτε να επικοινωνήσετε με το μουσείο στο
Τηλ: ( + 30 ) 22220 91232
Ή να επισκεφθείτε την επίσημη ιστοσελίδα του μουσείου στο www.faltaits.gr

Αρχαιολογικό Μουσείο Σκύρου(απο αναρτηση του Δημου Σκυρου)


Φτάνοντας στη Χώρα, δίπλα στην πλατεία Μπρουκ, θα συναντήσετε το Αρχαιολογικό Μουσείο της Σκύρου. Ιδρύθηκε το 1963 και εκθέτει ενδιαφέροντα ευρήματα που μαρτυρούν τη μακραίωνη ιστορία του νησιού.
Στις δύο αίθουσες του μουσείου εκτίθενται ποικίλα αρχαιολογικά ευρήματα που ανακαλύφθηκαν σε διάφορες περιοχές της Σκύρου και χρονολογούνται από την πρωτοελλαδική περίοδο (2800 – 1900 π.Χ.) έως τη ρωμαϊκή περίοδο ( 1ος αιώνας π.Χ.).

Στα εκθέματα του μουσείου περιλαμβάνεται η εξαιρετική συλλογή από κεραμικά τα οποία ανακαλύφθηκαν στη Χώρα και το Παλαμάρι, τα οποία είναι της πρωτοελλαδικής περιόδου ( 2800 – 1900 μ.Χ.).

Η Συλλογή κεραμικών της μυκηναϊκής περιόδου ( 1600 – 1100 μ.Χ.) τα οποία ανακαλύφθηκαν σε διάφορες περιοχές του νησιού. Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν δύο αγγεία αυτής της περιόδου με παράσταση πλοίου στο ένα και παράσταση ψαριών το άλλο.

Πρόσφατες ανασκαφές στο νησί, έφεραν στο φως αρχαιολογικά ευρήματα της γεωμετρικής και της αρχαϊκής περιόδου.

Κορινθιακούς αρύβαλλους, γεωμετρικούς πρόχους με παραστάσεις αλόγων και καλλιτεχνικά διακοσμημένους σκύφους.

Επίσης κοσμήματα όπως περιδέραια και καρφίτσες, πόρπες και σκουλαρίκια.

Οι αρχαιολογικές ανασκαφές συνεχίζονται στο Παλαμάρι και στο μουσείο υπάρχει ειδικός χώρος, με εκθέματα από την αρχαία πόλη – λιμάνι της Σκύρου.

Στο αρχαιολογικό μουσείο της Σκύρου, υπάρχει ειδικά σχεδιασμένος χώρος όπου αναπαριστάται το Σκυριανό σπίτι, με όλους τους λειτουργικούς του χώρους, ακριβώς όπως ήταν χρόνια πριν.

Σε αυτό το χώρο υπάρχουν όλα τα οικιακά σκεύη, τα διακοσμητικά, τα κεντήματα αλλά και οι φορεσιές που χρησιμοποιούνταν παλιότερα, δίνοντας σας την ευκαιρία να γνωρίσετε από κοντά την καθημερινότητα της παλιάς Σκύρου και τη μακραίωνη παράδοση της.


Αρχαιολογικό Μουσείο Σκύρου, Πλατεία Μπρουκ - Τηλ: ( +30 ) 22220 91327













ΣΚΥΡΙΑΝΗ ΦΟΡΕΣΙΑ(ΝΥΦΗΣ)